Η υπαρξιακή οπτική δίνει, όπως και ο ανθρωπισμός, έμφαση στην προσωπική ανάπτυξη. Πιστεύει στην ελεύθερη βούληση και την υπευθυνότητα, αλλά τονίζει και το άγχος, την αναπόφευκτη αγωνία κατά τη λήψη σημαντικών αποφάσεων.

Όταν αντιλαμβανόμαστε την προσωπική μας ελευθερία και τι σημαίνει η δυνατότητά επιλογής που έχουμε, βιώνουμε «υπαρξιακό άγχος». Προσπαθούμε να το αποφύγουμε ψάχνοντας για μόνιμη ασφάλεια στη ζωή, η οποία, όμως, είναι μια ψευδαίσθηση. Το να αποφεύγουμε να κάνουμε επιλογές, μπορεί να μας προστατέψει πρόσκαιρα από το άγχος, αλλά μας αποστερεί τη δυνατότητα να ζούμε με νόημα και αποτελεί τον πυρήνα της «ψυχοπαθολογίας». Επομένως, μακροπρόθεσμα αντιμετωπίζουμε απογοήτευση και ματαίωση.

Σημαντικός θεωρείται, επίσης, ο φόβος για το θάνατο, ο οποίος αποτελεί άλλη μία πηγή υπαρξιακού άγχους. Παράλληλα, όμως, η ζωή έχει νόημα ακριβώς γιατί είναι χρονικά περιορισμένη και, μ’ αυτήν την έννοια, ο θάνατος υποχρεώνει τους ανθρώπους να πάρουν τη ζωή στα σοβαρά. Σπουδαία θεωρείται από πολλούς υπαρξιστές, μεταξύ των οποίων ξεχωρίζει ο Viktor Frankl, η αναζήτηση νοήματος στη ζωή. Η βίαιη αποκαθήλωση των παλιών αξιών χωρίς την εύρεση άλλων να τις αναπληρώνουν (κάτι που αποτελεί συστατικό στοιχείο της κοινωνικής και της γενικότερης κρίσης) διαμορφώνει «ψυχοπαθολογία». Οι άνθρωποι, όμως, έχουν τη δυνατότητα, αλλά και την ευθύνη, να γεμίσουν τον κόσμο και τη ζωή τους με ουσία και σκοπό.

Ο υπαρξιακός θεραπευτής προσφέρει στήριξη και κατανόηση, υιοθετώντας το πλαίσιο αναφοράς του πελάτη, ενώ τον ενθαρρύνει να αντιμετωπίζει και να διευκρινίζει τις επιλογές του. Ο θεραπευτής οφείλει να βοηθήσει τον πελάτη να καταλάβει ότι είναι δική του υπόθεση η ανάληψη της ευθύνης της ζωής του, όπως και να αντιληφθεί τους μηχανισμούς που χρησιμοποιεί για να αποφεύγει την ευθύνη αυτή. Ζητούμενο μετά από αυτά, είναι ο πελάτης να ζει πιο αυθεντικά και να αναλαμβάνει την ευθύνη των επιλογών του, ακόμα και αν δεν είναι απόλυτα σίγουρος για την ορθότητά τους ή το κόστος είναι μεγάλο. Ο υπαρξιακός θεραπευτής προσπαθεί να κάνει τη θεραπευτική σχέση μια αυθεντική συνάντηση μεταξύ δύο ατόμων, έτσι ώστε ο πελάτης να έχει ένα παράδειγμα ειλικρινούς σχέσης. Αυτό γίνεται με τη γνησιότητα από μέρους του θεραπευτή και με την ανοικτή διαφωνία, όταν υπάρχει, με αυτά που κάνει ο πελάτης, χωρίς όμως να τον απορρίπτει.

Εν κατακλείδι, η υπαρξιακή προσέγγιση στην ψυχοθεραπεία ίσως γίνεται καλύτερα κατανοητή ως μια γενική στάση κάποιων ψυχοθεραπευτών απέναντι στην ανθρώπινη φύση, παρά ως ένα σύνολο θεραπευτικών τεχνικών και μια ξεχωριστή μέθοδος ψυχοθεραπείας. Το μήνυμα του υπαρξισμού μπορεί κάλλιστα να ενσωματωθεί σε κάθε θεραπεία.

 

Πηγές και βιβλιογραφία μπορούν να βρεθούν στο αναλυτικό άρθρο για την υπαρξιακή ψυχοθεραπεία.